News

Δευτέρα 28 Απριλίου 2008

Οι αιτίες που προκάλεσαν το πρόβλημα παγκοσμίως

Η σημερινή κρίση, που ξεκίνησε στο χρηματοοικονομικό σύστημα των ΗΠΑ, είναι μεγαλύτερη από παρόμοιες κρίσεις του παρελθόντος και ιδιαίτερα προβληματική, αφού ξεκίνησε στη χώρα που παράγει το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Αιτία της κρίσης είναι η ταυτόχρονη συνύπαρξη των ακόλουθων τριών παραγόντων:

Η φούσκα στις τιμές των ακινήτων σε πολλές περιοχές των ΗΠΑ, η οποία διευκόλυνε την υπερ-κατανάλωση (μέσω δανεισμού βασισμένου στην υπεραξία των ακινήτων, το αποκαλούμενο mortgage equity withdrawal), με αποτέλεσμα την υπερ-θέρμανση της οικονομίας και την αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, όπως πολλές φορές συμβαίνει σε παρόμοιες κρίσεις.

Η ραγδαία εξάπλωση στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου (subprime), δηλαδή μια αχαλίνωτη πιστωτική επέκταση σε κατηγορίες νοικοκυριών που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα έπρεπε να έχουν δανειοδοτηθεί.

Η μεταφορά του ρίσκου από τους ισολογισμούς των τραπεζών στο κοινό και τους επενδυτές μέσω τιτλοποιήσεων, οι οποίοι αγνοούσαν το ύψος του κινδύνου και υπήρξαν επιρρεπείς στις τότε υψηλές αποδόσεις. Η μεταφορά αυτή επέτρεπε στις τράπεζες να δανείζουν άφοβα σε μη φερέγγυους δανειολήπτες.

Η κρίση ξεκίνησε όταν άρχισαν να πέφτουν οι τιμές των ακινήτων και οι πρώτες μη αποπληρωμές δανείων αποκάλυψαν τον κακό υπολογισμό του αναληφθέντος ρίσκου από πολλούς επενδυτές. Η κρίση επεκτάθηκε και εκτός ΗΠΑ, αφού πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες είχαν στο ενεργητικό τους τίτλους που βασίζονταν σε δάνεια subprime. Σύμφωνα με υπολογισμούς του ΔΝΤ για τις απομειώσεις των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών, οι τράπεζες αναμένεται να χάσουν μόνο από τη στεγαστική πίστη προς τα νοικοκυριά περίπου 550 δισ. δολάρια, ενώ επειδή η κρίση επεκτάθηκε σε όλο το χρηματοοικονομικό χώρο οι συνολικές απώλειες πλησιάζουν το 1 τρισ. δολάρια, ποσό το οποίο αναδεικνύει τη σημερινή κρίση στη μεγαλύτερη των τελευταίων 30 ετών. Ωστόσο, η σημερινή κρίση δεν προβλέπεται να ακολουθήσει το πρότυπο της Ιαπωνίας κατά τη δεκαετία του 1990, ούτε της Μεγάλης Υφεσης του μεσοπολέμου.
Διεθνείς επιπτώσεις

Σήμερα, θεωρείται σχεδόν βέβαιη η ύφεση στις ΗΠΑ, η οποία επιδρά αρνητικά και στον υπόλοιπο κόσμο. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι ο μέσος παγκόσμιος ρυθμός ανάπτυξης θα μειωθεί στο 3,4% από 4,9% τo 2007. Η αντίδραση των κεντρικών τραπεζών ανά τον κόσμο στην κοινή επιβράδυνση υπήρξε διαφορετική. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) εφαρμόζει επιθετική επεκτατική νομισματική πολιτική με συνεχείς μειώσεις επιτοκίων, καθώς εκτιμά ότι η κύρια απειλή για την αμερικανική οικονομία είναι η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης. Οι αγορές προεξοφλούν περαιτέρω μείωση του επιτοκίου παρέμβασης, στο 1,75% μέχρι τέλος του έτους. Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία από το καταστατικό της έχει ως μοναδικό στόχο τη σταθερότητα των τιμών, δίνει έμφαση στη συγκράτηση του πληθωρισμού και το πιθανότερο είναι ότι θα διατηρήσει το βασικό επιτόκιο σταθερό στο 4%.

Η πιστωτική κρίση προκάλεσε και άμεση αύξηση των διατραπεζικών επιτοκίων, καθώς δημιουργήθηκε έλλειμμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στις τράπεζες για το αν οι αντισυμβαλλόμενες τράπεζες στη διατραπεζική αγορά είχαν υγιείς ισολογισμούς ή αν έκρυβαν σκελετούς δανείων subprime. Η αύξηση του κόστους χρήματος ήταν σημαντική σε ΗΠΑ και Ευρωζώνη, αλλά και στις χώρες της Νέας Ευρώπης. Εκτιμάται ότι περίπου μία ποσοστιαία μονάδα θα μετακυλισθεί φέτος στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες, πάντως, για να αποφύγουν τα χειρότερα, προχώρησαν σε ενέσεις ρευστότητας, καθώς και στη λήψη σειράς μέτρων ώστε να διευκολύνουν την πρόσβαση των τραπεζών στην απαραίτητη ρευστότητα. Μια ακόμα επίπτωση της πιστωτικής κρίσης ήταν η μείωση του πλούτου μέσω της πτώσης της χρηματιστηριακής αξίας των εισηγμένων επιχειρήσεων. Η πτώση αυτή είναι αισθητή στις ανεπτυγμένες και τις αναδυόμενες αγορές, γεγονός που προκαλεί έντονες αμφιβολίες σχετικά με την υπόθεση της αποσύνδεσης των αγορών (ανεπτυγμένων - αναδυόμενων). Πτώση υπήρξε και στις τιμές των ακινήτων που προκλήθηκε από αδικαιολόγητες αυξήσεις, οι οποίες είχαν προηγηθεί στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας. Οι τιμές των ακινήτων παρουσιάζουν σημαντική πτώση τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε άλλες αγορές της Ευρώπης, όπου είχε προηγηθεί μεγάλη άνοδος, όπως στην Ιρλανδία, την Ισπανία και τη Βρετανία.