News

Δευτέρα 28 Απριλίου 2008

Εως τα 2,3 δισ. οι επιπτώσεις στην Ελλάδα

Του Γκικα Α. Χαρδουβελη*

Η ελληνική οικονομία φυσικά δεν θα μείνει ανεπηρέαστη. Ηδη, το υπουργείο Οικονομίας υποχρεώθηκε τον Απρίλιο να αναθεωρήσει προς τα κάτω τις αισιόδοξες προβλέψεις του Οκτωβρίου 2007 για το 2008, από 4% σε 3,6%. Εκτίμησή μου είναι ότι ένας ρυθμός της τάξης του 3,5%, που προέβλεπα δημοσίως από τον περασμένο Οκτώβριο, αποτελεί πλέον σήμερα το αισιόδοξο σενάριο για το 2008.

Τα κανάλια επίδρασης είναι πολλά:
  1. Πρώτον, τα επιτόκια δανεισμού του κράτους, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών θα αυξηθούν. Το κράτος αναμένεται να πληρώσει 800 εκατ. ευρώ επιπλέον σε τόκους φέτος, ενώ επιχειρήσεις και νοικοκυριά θα πληρώνουν στα νέα δάνεια από μισή έως μία ποσοστιαία μονάδα τόκο επιπλέον, που μαζί με τις αναπροσαρμογές στα υφιστάμενα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, μεταφράζεται σε περίπου επιπλέον συνολικό ποσό τόκων 1,5 δισ. ευρώ. Συνολικά, επομένως, η απώλεια 2,3 δισ. ευρώ ισοδυναμεί με περίπου 1% του ΑΕΠ και συνεπάγεται μια αντίστοιχη μείωση στην κατανάλωση, τις επενδύσεις ή τις κοινωνικές δαπάνες.
  2. Δεύτερον, η πτώση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας και ιδιαίτερα η επίπτωση στην Ευρωζώνη και τη νοτιοανατολική Ευρώπη μειώνουν τη ζήτηση για τα αγαθά που εξάγουμε και περιορίζουν το τουριστικό συνάλλαγμα.
  3. Τρίτον, η επίδραση στην Ανατολική Ευρώπη αναμένεται μεγαλύτερη της αρχικά προβλεπόμενης και ο σημερινός βαθμός εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από την Ανατολική Ευρώπη είναι μεγάλος.
    Οι συνολικές ελληνικές άμεσες επενδύσεις μόνο στη νοτιοανατολική Ευρώπη φτάνουν συνολικά τα 12 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν περίπου στο 9% των άμεσων ξένων επενδύσεων στην περιοχή. Οι ελληνικές επιχειρήσεις αποτελούν το δεύτερο μεγαλύτερο επενδυτή σε Αλβανία, Βουλγαρία, Σκόπια και Σερβία, ενώ το 1/4 των εξαγωγών μας διοχετεύονται προς αυτές τις χώρες. Συνεπώς, το ρίσκο στην κερδοφορία των ελληνικών επιχειρήσεων έχει αυξηθεί σημαντικά.
  4. Τέταρτον, ο τομέας της ναυτιλίας που τα τελευταία έτη ώθησε σημαντικά την αναπτυξιακή διαδικασία, βαίνει σταδιακά προς ομαλοποίηση των ναύλων και περιορισμού των κερδών.
  5. Πέμπτον, η πτώση των τιμών των κατοικιών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες που ακολουθεί την πτώση στις ΗΠΑ, αναμένεται να μειώσει τη ζήτηση εξοχικής κατοικίας στην Ελλάδα από τους ξένους, γεγονός που πιθανόν να επιδράσει αρνητικά και στο χώρο της οικοδομής στην επαρχία και γενικότερα, στην αίσθηση του πλούτου του ελληνικού νοικοκυριού, με αποτέλεσμα τη μείωση στην κατανάλωση.

    Ο χειρισμός της κρίσης και η αντιμετώπιση των επιπτώσεών της είναι δύσκολος, καθώς η νομισματική πολιτική δεν είναι πλέον σε ελληνικά χέρια. Η πολιτική της ΕΚΤ για διατήρηση υψηλών επιτοκίων ώστε να καταπολεμηθούν οι πληθωριστικές πιέσεις βοηθάει στο μέτωπο του πληθωρισμού, αλλά δημιουργεί προβλήματα στην ανάπτυξη. Συγχρόνως, τα περιθώρια για την άσκηση επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής είναι περιορισμένα, καθώς το δημόσιο έλλειμμα (3ο μεγαλύτερο στην Ε.Ε.-27, χωρίς να προσμετράμε την πρόσφατη πίεση της Ε.Ε. για ανοδική αναθεώρησή του) και χρέος (2ο μεγαλύτερο στην Ε.Ε.-27) εξακολουθούν να είναι υψηλά. Μόνον η ενίσχυση των επενδύσεων μέσω του Γ΄ και Δ΄ ΚΠΣ και η εντατικότερη αξιοποίηση των ΣΔΙΤ μπορούν να βοηθήσουν στην παρούσα κατάσταση.

    Συνοδευτικά, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα ενίσχυσης των ασθενέστερων ομάδων του πληθυσμού, που είναι πιο ευάλωτες, κάτι που προϋποθέτει όμως τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των υπαρχόντων μηχανισμών άσκησης κοινωνικής πολιτικής.

    * Καθηγητής, Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής Πανεπιστημίου Πειραιώς & Οικονομικός Σύμβουλος Ομίλου Eurobank EFG.