News

Τρίτη 20 Μαΐου 2008

Χωματερή της Βουλγαρίας ο Νέστος

Αστικά, βιομηχανικά, ακόμη και νοσοκομειακά απόβλητα καταλήγουν στον ποταμό

Ενεργή χωματερή της Βουλγαρίας παραμένει ο Νέστος.


Παρά τα διαβήματα των ελληνικών αρχών προς τους γείτονες, τα αστικά, τα βιομηχανικά, ακόμη και τα νοσοκομειακά απόβλητα πολλών βουλγαρικών πόλεων και οικισμών που βρίσκονται κατά μήκος του Μέστα (όπως ονομάζουν οι Βούλγαροι τον Νέστο) ρυπαίνουν τα ύδατα του ποταμού επί ελληνικού εδάφους.
Οπως κάθε χρόνο, έτσι και εφέτος οι περιοχές που υφίστανται τις συνέπειες της διασυνοριακής ρύπανσης έγιναν αποδέκτες τεράστιου όγκου απορριμμάτων τα οποία αδυνατούν να διαχειριστούν.

Οπως τονίζει μιλώντας στο «Βήμα» ο δήμαρχος Νευροκοπίου κ.Βασ.Γιαννόπουλος «είναι πέρα από τις δυνατότητές μας,απαιτούνται σοβαρές δαπάνες για τον καθαρισμό από τα σκουπίδια». Σύμφωνα με τον ίδιο,ο ποταμός από το περασμένο φθινόπωρο θυμίζει σκουπιδότοπο.

Οι όχθες του Νέστου γεμάτες σκουπίδια, η πορεία των οποίων ξεκινά από τις βουλγαρικές πόλεις που βρίσκονται κατά μήκος του ποταμού για να καταλήξουν επί ελληνικού εδάφους «Κ ομβικό» σημείο της πορείας των σκουπιδιών από τις χωματερές της Βουλγαρίας αποτελεί η τεχνητή λίμνη του Θησαυρού Νέστου- στην περιοχή των Ποταμών.

Εκεί εναποτίθενται και στοιβάζονται, ειδικά έπειτα από έντονες βροχοπτώσεις- κάθε είδους απορρίμματα, μεταξύ των οποίων και ορισμένα άκρως επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία όπως μπαταρίες και συσκευασίες φυτοφαρμάκων και άλλων τοξικών ουσιών, πλαστικά υλικά, νεκρά ζώα.
Οι βουλγαρικές αρχές, όπως επισημαίνεται σε επίσημο έγγραφο του βουλγαρικού υπουργείου Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων προς τον κ. Γιαννόπουλο, κάνουν προσπάθειες αλλά, όπως παραδέχονται, δεν επαρκούν.

Ετσι, παρά το κλείσιμο το 2006 εννέα παράνομων χωματερών που βρίσκονται κοντά στη ροή του Νέστου και άλλων 20 στην περιοχή Χαντζιντίμοβο το 2007 τα προβλήματα παραμένουν.

Πάντως, όπως αναφέρουν στην επιστολή τους προς τον δήμαρχο Νευροκοπίου, δυσκολεύονται να εκτιμήσουν την προέλευση των μεγάλων ποσοτήτων απορριμμάτων που δηλώνουν οι ελληνικές αρχές.

Η τοξική ρύπανση
Τα προβλήματα στον Νέστο έχουν διαπιστώσει και επιστήμονες του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου της Θράκης. Παρ΄ ότι κατά καιρούς έχει καταγραφεί ρύπανση των ιζημάτων της κοίτης του Νέστου οι αρμόδιες ελληνικές αρχές δεν παρακολουθούν συστηματικά την ποιότητα των υδάτων του ποταμού. «Πρέπει να ξεκινήσουν συστηματικές μετρήσεις για την τοξική ρύπανση και το μικροβιακό φορτίο. Εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι παραπάνω. Ο,τι έπρεπε και μπορούσαμε να κάνουμετο έχουμε ήδη κάνει.Πέρυσι ο δήμος προχώρησε σε καθαρισμό από τα σκουπίδια, αλλά εφέτος δεν διαθέτω τα απαραίτητα κονδύλια.Τι άλλο να κάνω,να γράφω την ίδια επιστολή κάθε μέρα;» αναρωτιέται ο κ. Γιαννόπουλος.

Επιστήμονες αλλά και τοπικοί φορείς κατά καιρούς έχουν αφήσει υπόνοιες και για ραδιενεργό ρύπανση που προέρχεται από παλιό ορυχείο ουρανίου στη Βουλγαρία, ωστόσο οι φήμες αυτές ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν αλλά ούτε και διαψεύστηκαν.

Πολλές περιοχές του Νέστου προστατεύονται από τη διεθνή, την ευρωπαϊκή και την ελληνική νομοθεσία. Το Δέλτα του ποταμού έχει ενταχθεί από το 1974 στους υγροβιότοπους διεθνούς σημασίας της Σύμβασης Ραμσάρ, ενώ προστατεύεται και από την κοινοτική νομοθεσία.

Το 2006 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ελλάδας για ανεπαρκή προστασία του Δέλτα του Νέστου. Αλλά και τα Στενά του Νέστου προστατεύονται ως αισθητικό δάσος. Στους βιότοπους του ποταμού φιλοξενούνται περίπου 150 είδη πανίδας, ορισμένα από τα οποία είναι σπάνια και ενδημικά. Η ρύπανση του υδάτινου περιβάλλοντος έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του επιστημονικού συμποσίου «Ρύπανση των υδάτινων πόρων» που ολοκληρώθηκε από το Εcocity την περασμένη Παρασκευή στη Θεσσαλονίκη, η έγκαιρη ανίχνευση και αντιμετώπιση των υδατογενών ασθενειών είναι απαραίτητη αφού οι επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και στην οικονομία μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Σύμφωνα με τους ειδικούς, πολλά από τα συμπτώματα των υδατογενών ασθενειών δεν είναι χαρακτηριστικά και συχνά μοιάζουν με αυτά που προκαλούν πιο συνηθισμένες λοιμώξεις.

Η έκθεση σε υδατογενείς τοξίνες- κυρίως μέσω του πόσιμου νερού- σε μια υγιή ομάδα πληθυσμού μπορεί να δημιουργήσει ήπια συμπτώματα ή αυτοϊάσιμες ασθένειες, ενώ η ίδια έκθεση σε μια ευαίσθητη ομάδα πληθυσμού (όπως είναι οι έγκυες γυναίκες, τα νεογέννητα, τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι, οι ανοσοκατεσταλμένοι) μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας.

Για τους λόγους αυτούς οι επιστήμονες που συμμετείχαν στις εργασίες του συμποσίου πρότειναν την εφαρμογή συστημάτων εκτίμησης κινδύνου για κάθε περιοχή ξεχωριστά, μέθοδος που θα μειώσει το γραφειοκρατικό κόστος και θα ελαφρύνει την οικονομική επιβάρυνση που υποχρεώνεται σήμερα να καταβάλλει για αναλύσεις ο κάθε δήμος.

Καταδικαστική απόφαση

Αλλωστε, σύμφωνα με την καθηγήτρια στο Τμήμα Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κυρία Μαρία Λαζαρίδου , η παρακολούθηση της ποιότητας των επιφανειακών υδάτων (ποτάμια, λιμναία, παράκτια ύδατα) όπως επιβάλλεται από την Οδηγία-Πλαίσιο για τα νερά (2000/60/ΕΚ) πρέπει να γίνεται ως προς τα βιολογικά, υδρομορφολογικά και φυσικοχημικά ποιοτικά στοιχεία.
Πάντως τον περασμένο Ιανουάριο εκδόθηκε από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) καταδικαστική απόφαση για την προστασία και διαχείριση των υδάτων στη χώρα μας. Οπως αναφέρεται στην απόφαση, το ελληνικό κράτος παρέβη τις υποχρεώσεις του καθώς δεν έχει εκπονήσει για κάθε περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού ανάλυση των χαρακτηριστικών της, επισκόπηση των επιπτώσεων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στα επιφανειακά και υπόγεια νερά και οικονομική ανάλυση της χρήσης ύδατος- σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Ακόμη η χώρα μας δεν είχε υποβάλει, όπως όφειλε, συνοπτικές εκθέσεις σχετικά με τις αναλύσεις που απαιτούνται.