News

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2008

Απειλή για την οικονομία η κρίση στη ναυτιλία

Η Ναυτιλία αντιμετωπίζει την χειρότερη δοκιμασία των τελευταίων δεκαετιών. Με την πρωτοφανή αυτή κρίση να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, μοιάζει να είναι θέμα χρόνου η ενεργοποίηση ντόμινο μεσοπρόθεσμων επιπτώσεων για την πραγματική οικονομία της χώρας. Με τη ναυτιλία να αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εσόδων για τη χώρα μας μετά τον τουρισμό, η Ελλάδα εκ των πραγμάτων κινδυνεύει να χάσει πολλά.

Διεύρυνση ελλείμματος εμπορικού ισοζυγίου, μείωση επενδύσεων σε άλλους κλάδους, αύξηση ανεργίας στα επαγγέλματα που σχετίζονται άμεσα και έμμεσα με την ποντοπόρο ναυτιλία, μείωση της δραστηριότητας στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, συνθέτουν «παζλ» επιπτώσεων για τη χώρα μας που εάν ολοκληρωθεί μέχρι τέλους, το πλήγμα στην οικονομία θα είναι καίριο.

Διεύρυνση ελλείμματος

Το ναυτιλιακό συνάλλαγμα που εισέρευσε πέρυσι στην ελληνική οικονομία βοηθώντας σημαντικά στον περιορισμό του εμπορικού ελλείμματος, ανήλθε σε 17 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα, το ύψος των καθαρών εσόδων από τη ναυτιλία, κάλυψε για τη χρονιά που πέρασε το 28% του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου. Πρόκειται για τα χρήματα που προήλθαν από το σύνολο των υπό ελληνική διαχείριση πλοίων και που λιγότερο φέτος, αλλά περισσότερο του χρόνου, θα υποστούν κάμψη λόγω της κρίσης που πλήττει τη ναυτιλία.

Μια εξέλιξη που μεσοπρόθεσμα θα οδηγήσει σε διόγκωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου από την μία και μείωση των επενδύσεων με κεφάλαια προερχόμενα από συσσωρευμένα κέρδη των ναυτιλιακών επιχειρήσεων σε μη συνδεδεμένους με τη ναυτιλία κλάδους.

Πλανάται το «φάντασμα» της ανεργίας

Μπορεί η απασχόληση στα πλοία και τα ναυπηγεία να έχει περιοριστεί στο πέρασμα του χρόνου, ωστόσο η απασχόληση στις παραναυτιλιακές δραστηριότητες που γνώρισαν άνθηση με την έκρηξη της ναυλαγοράς έχει αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατα στοιχεία, οι απασχολούμενοι σε επαγγέλματα που σχετίζονται άμεσα και έμμεσα με τη ναυτιλία υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε περισσότερα από 180.000 άτομα (ποντοπόρα πλοία, ναυτιλιακά γραφεία και ναυτιλιακές δραστηριότητες της ξηράς) και αντιστοιχούν στο 4,5% περίπου του εργατικού δυναμικού στη χώρα μας.

Ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκφράζουν φόβους ότι το «φάντασμα» της ανεργίας σύντομα θα αρχίσει να πλανάται πάνω από τον Πειραιά. Ο «εφιάλτης» των παροπλισμένων πλοίων έχει επανέλθει, ενώ πολλές εταιρείες βρίσκονται αντιμέτωπες με προβλήματα που καθιστούν αβέβαιο το μέλλον τους.

Η τραπεζική χρηματοδότηση, που για τις εταιρείες συνιστά «κινητήρια δύναμη», έχει διακοπεί εντελώς και όπως όλα δείχνουν θα χρειαστεί καιρός -άγνωστο ακόμα πόσο- προτού οι τράπεζες ανοίξουν και πάλι τις «στρόφιγγες» δανεισμού.

Πτωχεύσεις και ακυρώσεις παραγγελιών

Σε περίπτωση πάντως που η τραπεζική ρευστότητα αργήσει να αποκατασταθεί, η λίστα των εταιρειών που θα αναγκαστούν να προχωρήσουν σε ακυρώσεις των παραγγελιών τους (μέχρι στιγμής η Genco έχει ακυρώσει 4 πλοία και η Navios άλλα 12) θα μεγαλώσει πολύ.

Για πολλές μάλιστα εταιρείες, τα μειωμένα έσοδα από τη «βίαιη» πτώση της ναυλαγοράς (οι δείκτες καταγράφουν πτώση της τάξεως του 92% σε σχέση με τα υψηλά Μαΐου), σε συνδυασμό με την κατρακύλα της αξίας των μετοχών τους στις χρηματαγορές, έχουν προκαλέσει ένα ασφυκτικό, για αυτές, περιβάλλον. Και όπως χαρακτηριστικά επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς που γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, εάν συνεχίσει για λίγο ακόμα η κατάσταση αυτή, κάποιες εταιρείες δεν θα αντέξουν. Βρίσκονται ήδη στα όρια τους.

Τέλος εποχής για επενδύσεις εκτός ναυτιλίας;

Πέραν των εσόδων που εισφέρει η ναυτιλία στο ελληνικό ΑΕΠ, που ανέρχονται στο 6%, λαμβάνοντας υπόψη τις επιδράσεις σε κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας που συνδέονται έμμεσα με τις θαλάσσιες μεταφορές, οι άνθρωποι της ναυτιλίας αρέσκονται να επενδύουν όλα αυτά τα χρόνια και στη ξηρά. Υπολογίζεται ότι οι επενδύσεις αυτές που προσεγγίζουν τα 2,5 δισ. ευρώ ανεβάζουν την συνολική συνεισφορά της ναυτιλίας στο ΑΕΠ στο 7%.

Υπό το βάρος όμως των εξελίξεων, γίνεται ξεκάθαρο ότι μεγάλο μέρος των ναυτιλιακών κεφαλαίων που μέχρι σήμερα χρηματοδοτούσαν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας αλλά και τις επενδύσεις θα πάψουν εκ των πραγμάτων να εισρέουν στη Ελλάδα.