News

Κυριακή 27 Ιουλίου 2008

Θα χρειασθούν 3 χρόνια για να απορροφηθούν οι 200.000 νέες κατοικίες

Ολες τις ενδείξεις μιας κτηματαγοράς που επιβραδύνει, συγκεντρώνει από τις αρχές του έτους η αγορά κατοικίας, γεγονός που επισημαίνεται πλέον από το σύνολο των φορέων της. Η υστέρηση της ζήτησης είναι πλέον δεδομένη, με την εικόνα να είναι ακόμα χειρότερη, όσον αφορά τον αριθμό των αγοραπωλησιών που γίνονται.
Ταυτόχρονα, είναι σαφές ότι υπάρχει πλεόνασμα προσφοράς νεόδμητων κατοικιών, με τον σχετικό αριθμό να υπολογίζεται μεταξύ 150.000 και 200.000. Η απορρόφηση αυτών των κατοικιών, με βάση τους σημερινούς ρυθμούς εκτιμάται ότι θα χρειαστεί τουλάχιστον 2-3 χρόνια.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν το ισοζύγιο προσφοράς - ζήτησης έχει ανατραπεί πλήρως, με τους λιγοστούς ενδιαφερόμενους αγοραστές να κινούνται για την απόκτηση μεταχειρισμένων κατοικιών σε όλο και μικρότερες επιφάνειες, καθώς είναι πιο προσιτές οικονομικά. Τα παραπάνω επιβεβαίωσαν πρόσφατα και οι εκπρόσωποι της νεοσύστατης Ομοσπονδίας Κατασκευαστών, η οποία εκπροσωπεί περί τις 14.000 κατασκευαστικές εταιρείες από τον κλάδο της οικοδομής. Σε σχετικές δηλώσεις επισημάνθηκε ότι από τις αρχές του 2007, οι πωλήσεις νέων κατοικιών έχουν υποχωρήσει κατά 60%. Πρόκειται για μία τοποθέτηση που σίγουρα προβληματίζει, πλην όμως έχει ισχυρή δόση αλήθειας, μιας και η δυσκολία απορρόφησης των νεόδμητων κατοικιών έχει επισημανθεί εδώ και αρκετούς μήνες από την πλειονότητα των μεσιτικών γραφείων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2007, όπως εκτιμούν ορισμένοι φορείς της αγοράς, το 70% των πράξεων αγοραπωλησίας που έγιναν αφορούσαν μεταχειρισμένες κατοικίες, όταν το 2005, το σχετικό ποσοστό αφορούσε μόλις το 20% των πράξεων.
Ταυτόχρονα, έχουν πληθύνει επικίνδυνα οι περιπτώσεις διαθέσιμων προς πώληση κατοικιών ηλικίας μόλις 2 - 3 ετών, ή έστω 5ετίας. Αν στο παρελθόν, το φαινόμενο αυτό αφορούσε το 5% της αγοράς και μάλιστα, μεγάλο μέρος αυτού, είχε να κάνει με ιδιοκτήτες που επιθυμούσαν να κεφαλαιοποιήσουν τις μεγάλες υπεραξίες που κατέγραφαν τότε τα ακίνητα από χρόνο σε χρόνο, σήμερα, η εικόνα είναι τελείως διαφορετική.
Το τελευταίο διάστημα έχουν πυκνώσει οι «φωνές» μεσιτών που επισημαίνουν ότι όλο και περισσότερα νοικοκυριά σπεύδουν να μεταπωλήσουν την κατοικία που αγόρασαν ακόμα και πριν από ένα ή δύο χρόνια, υπό το βάρος των στεγαστικών δανείων που έλαβαν. Βασικός λόγος για τη μειωμένη ζήτηση νεόδμητων κατοικιών θεωρούνται οι υψηλές τιμές, σε συνδυασμό βέβαια με την άνοδο των επιτοκίων και τη μεγαλύτερη δυσκολία δανειοδότησης για τα νοικοκυριά, καθώς οι τράπεζες έχουν επιβάλλει αυστηρότερους όρους, σε μία προσπάθεια θωράκισής τους υπό το βάρος της τρέχουσας αρνητικής οικονομικής συγκυρίας. Οι κατασκευαστές από την πλευρά τους δυσκολεύονται να μειώσουν τις τιμές, παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά των αντιπαροχών έχουν περιοριστεί, σε σύγκριση με τις υπερβολές του πρόσφατου παρελθόντος.
Τον Ιούνιο, η άνοδος των υλικών κατασκευής διαμορφώθηκε σε 8,3%, σε ετήσια βάση, ενώ, αν υπολογιστούν και τα αυξημένα εργατικά κόστη, η αύξηση ξεπερνά το 15%. Ως εκ τούτου, ακόμα και οι μικρές εκπτώσεις που γίνονται θεωρούνται πολυτέλεια, συγκριτικά βέβαια με τα υπερκέρδη του παρελθόντος, όταν αρκετοί εργολάβοι αποκόμιζαν κέρδη της τάξεως του 25% από κάθε πωλούμενο διαμέρισμα.